Την αποτίμηση της φετινής τουριστικής σεζόν κάνει σε συνέντευξή του στη Realnews o Γιάννης Χατζής, πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων, δίνοντας παράλληλα μία πρώτη εικόνα για το 2025.
Το στίγμα για την τουριστική σεζόν του 2025 δύο μόλις 24ωρα πριν ανοίξει η αυλαία της World Travel Market στο Λονδίνο, της διεθνούς έκθεσης που αποτελεί το βαρόμετρο για την πορεία του κλάδου την επόμενη χρονιά, δίνει σε συνέντευξή του στη Realnews ο Γιάννης Χατζής, πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων (ΠΟΞ).
«Τα μηνύματα των προκρατήσεων που έχουμε ήδη για τους δημοφιλείς προορισμούς είναι θετικά. Είναι εξαιρετικά ελπιδοφόρο που η Ελλάδα σκοράρει ακόμα πολύ ψηλά στον δείκτη ικανοποίησης GRI (Ελλάδα 87%, Κύπρος 85,8%, Ισπανία 84,6% και Τουρκία 83,8%) και την προτιμούν οι Ευρωπαίοι πελάτες για τις διακοπές τους. Φυσικά, υψηλό ποσοστό προ-κρατήσεων σημαίνει και μειωμένες τιμές κατά 20-25% που δεν βοηθάει στην ενίσχυση των τουριστικών εσόδων», επισημαίνει ο πρόεδρος της ΠΟΞ και παραθέτει τους προβληματισμούς του για την επόμενη σεζόν.
«Υπάρχει ο προβληματισμός για το πώς θα επηρεάσει την τουριστική δυναμική του 2025 η τεράστια αύξηση που επιβλήθηκε στο Τέλος Ανθεκτικότητας καθώς ήδη είχαμε αντιδράσεις από το εξωτερικό γι’ αυτή την πρόσθετη επιβάρυνση. Η θέση της ΠΟΞ είναι ότι η κλιματική κρίση μας αφορά όλους και συνεπώς πρέπει να επιβαρύνει ομοιόμορφα όλους τους παραγωγικούς κλάδους», προσθέτει και σημειώνει ότι «πρέπει να αποσυνδεθεί άμεσα η έννοια της κλιματικής κρίσης από τον ξενοδοχειακό κλάδο καθώς είναι κλάδος με πολύ μικρότερο περιβαλλοντικό αποτύπωμα από άλλους. Αν συνεχίσουμε να χρησιμοποιούμε το ελληνικό ξενοδοχείο σαν την εύκολη λύση για την ενίσχυση των κρατικών ταμείων θα το βρούμε μπροστά μας σαν οικονομία και σαν κοινωνία».
Ο απολογισμός
Σε έναν πρώτο απολογισμό για τη φετινή σεζόν, η οποία οδεύει προς το τέλος της, δεδομένου ότι οι τελευταίοι τουρίστες αναχωρούν από την Ελλάδα μέσα στο επόμενο 10ήμερο, ο Γ. Χατζής μιλά για τρεις τάσεις που χαρακτήρισαν την πορεία της χρονιάς. «Η γενική εικόνα έχει θετικό πρόσημο. Από κει και πέρα όμως εμπεριέχει στοιχεία που χρήζουν προσοχής κι ανάλυσης. Σύμφωνα με το τελευταίο στατιστικό δελτίο του ΙΝΣΕΤΕ την περίοδο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2024, καταγράφηκαν 22,6 εκατ. διεθνείς αεροπορικές αφίξεις, ξεπερνώντας τα αντίστοιχα επίπεδα του 2023 με αύξηση κατά 7,9%. Αυτή η αύξηση βεβαίως δεν ήταν οριζόντια. Αποτυπώνονται τρεις τάσεις.
Στην πρώτη, έχουμε τα αεροδρόμια που εμφάνισαν σημαντική αύξηση, όπως της Αθήνας, της Μυτιλήνης, της Ρόδου, της Σκιάθου, των Χανίων. Υπάρχει μια τάση που εμφάνισε πολύ μικρή έως και οριακή αύξηση, όπως στην Κεφαλονιά, στη Θεσσαλονίκη και στη Σαντορίνη και υπάρχει τέλος μια τάση με καθαρά αρνητικό πρόσημο όπως τα αεροδρόμια της Μυκόνου και της Καβάλας. Είναι αξιοσημείωτο πάντως ότι ενώ η χρονιά ξεκίνησε με μια εντυπωσιακή αύξηση κατά 25,3% το πρώτο τρίμηνο, ο ρυθμός αυτός ανακόπηκε όταν μπήκαμε στην υψηλότερη περίοδο και η αύξηση που παρατηρήθηκε ήταν σαφώς χαμηλότερη. Όλοι οι αριθμοδείκτες συνηγορούν ότι πλέον η κόπωση του ελληνικού τουρισμού είναι πραγματικότητα».
Ο Γ. Χατζής αναλύει, δε, τις παραμέτρους που συνηγορούν στη μείωση των ταξιδιωτικών εισπράξεων στο peak της τουριστικής σεζόν, το δίμηνο Ιουλίου – Αυγούστου, επισημαίνοντας πως πρόκειται για ένα πολυπαραγοντικό ζήτημα. «Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδας, τα έσοδα του Αυγούστου υπολείπονται κατά 78 εκατ. ευρώ σε σχέση με τον Αύγουστο του 2023, φτάνοντας τα 4,249 δισ. ευρώ έναντι 4,328 δισ. ευρώ πέρσι. Και ήρθε ως συνέχεια του Ιουλίου που οι τουριστικές εισπράξεις ήταν επίσης μειωμένες κατά 4,2% έναντι του αντίστοιχου μήνα πέρυσι (4,03 δισ. ευρώ από 4,20 δισ. ευρώ). Αν σκεφθεί κανείς πως πρόκειται για ονομαστικές αξίες και συνυπολογίσει το γεγονός ότι όλα αυτά συμβαίνουν μέσα σε ένα πληθωριστικό περιβάλλον που τα κόστη προμηθειών και λειτουργίας ενός ξενοδοχείου έχουν εκτοξευθεί, αντιλαμβάνεται πως πρόκειται για ένα εξαιρετικά ανησυχητικό δείγμα για τα ταμεία των εργαζομένων, των επιχειρήσεων και της πολιτείας. Είναι ένα πολυπαραγοντικό ζήτημα. Πρώτα απ’ όλα είναι σαφές πως ένα σημαντικό μέρος των αφίξεων κατευθύνεται προς τη βραχυχρόνια μίσθωση, όπου το τοπίο είναι θολό. Με τον ίδιο αριθμό κλινών πλέον, η βραχυχρόνια μίσθωση αναμένεται κατά το τρέχον έτος να εμφανίσει έσοδα μόλις 830 εκατ. ευρώ, όταν τα έσοδα των ξενοδοχείων μόνο από τις υπηρεσίες διαμονής θα ξεπεράσουν το δεκαπλάσιο. Ομοίως τα έσοδα από τον ΦΠΑ που επιβάλλεται στη βραχυχρόνια μίσθωση είναι σε σοκαρίστηκα χαμηλά επίπεδα, μη ξεπερνώντας τα 27.000.000 ευρώ, ποσό που μπορεί να υπολείπεται έως και 50 φορές του ΦΠΑ που αποδίδεται από τα ξενοδοχεία. Ένα δεύτερο ζήτημα είναι η αύξηση της συμμετοχής του οδικού τουρισμού στο μείγμα του τουριστικού ρεύματος που έχει διαφορετικά χαρακτηριστικά και μειωμένη μέση κατά κεφαλήν δαπάνη. Την περίοδο Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου 2024 καταγράφηκαν 10,3 εκατ. διεθνείς οδικές αφίξεις, έναντι 9,0 εκατ. την αντίστοιχη περίοδο του 2023, παρουσιάζοντας αύξηση κατά 14,5%. Τέλος, ένας ακόμα παράγοντας είναι και η οικονομική κατάσταση στις χώρες-βασικές πηγές τουριστικών ροών με τα σημάδια κόπωσης που παρατηρούμε σε κάποιους προορισμούς να είναι όλο και πιο εμφανή».
Αναφερόμενος στο μέλλον του ελληνικού τουρισμού και τους άξονες στους οποίους θα πρέπει να δοθεί έμφαση την επόμενη ημέρα, ο πρόεδρος της ΠΟΞ, τονίζει: «Η ποιότητα και κατ’ επέκταση η αύξηση της μέσης κατά κεφαλήν δαπάνης είναι η απόλυτη προτεραιότητα. Ο ιδιωτικός τομέας αποδεικνύει πως έχει επιχειρηματίες που θέλουν και μπορούν με τις επενδύσεις τους να κερδίσουν αυτό το στοίχημα, δυστυχώς όμως πρέπει να ακολουθήσει και το κράτος σε όλα τα επίπεδα. Υπάρχουν πολύ σοβαρά δομικά προβλήματα στην χώρα μας, όπως για παράδειγμα η ταχύτητα απόδοσης δικαιοσύνης και το αδειοδοτικό πλαίσιο για νέες επενδύσεις. Στον τουρισμό η ποιότητα πρέπει να ακολουθείται από αντίστοιχες υποδομές γιατί μόνο έτσι μπορούμε να βελτιώσουμε τη συνολική εμπειρία. Ποιο το νόημα, για παράδειγμα, να δαπανούν οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στη Βόρεια Ελλάδα τεράστια χρηματικά ποσά για να εκσυγχρονίσουν τα ξενοδοχεία τους όταν οι πελάτες τους που επισκέπτονται την χώρα μας οδικώς πρέπει να ταλαιπωρούνται στα χερσαία σύνορα, αντιμετωπίζοντας καθυστερήσεις που μπορεί να φθάσουν έως και τις 8 ώρες, χωρίς μάλιστα να υπάρχουν ούτε οι στοιχειώδεις υποδομές, όπως τουαλέτες;».
Ο πρόεδρος της ΠΟΞ επικεντρώνεται, δε, στον αποκλεισμό των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων χαμηλότερων κατηγοριών από προγράμματα χρηματοδότησης. «Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως υπάρχουν πολλές μικρές και πολύ μικρές ξενοδοχειακές επιχειρήσεις που είναι αποκλεισμένες από τη χρηματοδότηση μέσω ευρωπαϊκών προγραμμάτων, τα οποία θα μπορούσαν να βοηθούσαν στην αναβάθμισή τους, ενώ παράλληλα δεν έχουν πρόσβαση ούτε στο τραπεζικό σύστημα. Γι’ αυτό και ζητάμε επίμονα να υπάρξουν εξειδικευμένα χρηματοδοτικά εργαλεία ώστε όλος ο κλάδος να κινηθεί δυναμικά μπροστά, χωρίς να μένει κανένας πίσω. Είναι ξεκάθαρο πως πρέπει ο δημόσιος τομέας να αναλάβει το δικό του μερίδιο ευθύνης υλοποιώντας ένα ολοκληρωμένο εθνικό σχέδιο υποδομών σε όλη τη χώρα. Η ποιότητα και υποδομές είναι τα δύο κλειδιά που ανοίγουν την «πόρτα» στο βιώσιμο αύριο».