Άρθρο του Γιάννη Χατζή, Προέδρου της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων.
Η φετινή τουριστική περίοδος ξεκινάει με συγκρατημένη αισιοδοξία. Οι προκρατήσεις για τη Χαλκιδική, κυρίως από αγορές των Βαλκανίων, δείχνουν να κινούνται στα ίδια επίπεδα με πέρυσι, αν και ο Μάιος παραμένει υποτονικός. Ο Ιούλιος και ο Αύγουστος εμφανίζουν πιο ενθαρρυντική εικόνα, αλλά μεγάλο ποσοστό κρατήσεων παραμένει τελευταίας στιγμής. Παρ’ όλα αυτά σε μια συγκυρία διεθνών αναταράξεων και γενικευμένης αβεβαιότητας, οι όποιες προβλέψεις μπορεί να είναι επισφαλείς.
Την ίδια ώρα, τα γνωστά βαρίδια εξακολουθούν να επιβαρύνουν τον κλάδο: η κακή κατάσταση στις οδικές πύλες εισόδου και η παραοικονομία της ανεξέλεγκτης βραχυχρόνιας μίσθωσης. Για έναν προορισμό όπως η Χαλκιδική, αυτά τα δύο ζητήματα δεν είναι απλώς «αδυναμίες» – είναι παράγοντες που μπορούν να καθορίσουν την τελική έκβαση της σεζόν.
Γιατί η Χαλκιδική δεν είναι ένας προορισμός μόνο για ήλιο και θάλασσα. Έχει σημαντικές δυνατότητες οι οποίες παραμένουν σε μεγάλο βαθμό ανεκμετάλλευτες.
Είναι ένας συνδυασμός μοναδικής φυσικής ομορφιάς, πολιτιστικής κληρονομιάς, γαστρονομικής παράδοσης. Η αξιοποίηση των πλεονεκτημάτων της είναι σε άμεση συνάρτηση με την προσβασιμότητα. Όμως, αυτό το τελευταίο κομμάτι –η προσβασιμότητα– μετατρέπεται δυστυχώς για χιλιάδες επισκέπτες σε εμπειρία ταλαιπωρίας.
Το 2024 καταγράφηκαν σχεδόν 12 εκατομμύρια διεθνείς οδικές αφίξεις στην Ελλάδα, σύμφωνα με το ΙΝΣΕΤΕ. Σημαντικό μέρος αυτών είχε προορισμό τη Βόρεια Ελλάδα. Όμως, η εικόνα στις πύλες εισόδου, και ειδικά στους Ευζώνους και στους Κήπους,
υπονομεύει το προϊόν μας. Οι ουρές του Πάσχα, με καθυστερήσεις δύο και τριών ωρών, επιβεβαιώνουν ότι ακόμα και αν η Βουλγαρία και η Ρουμανία μπήκαν στη Ζώνη Σένγκεν, η Πολιτεία δεν έχει ανταποκριθεί επαρκώς. Είναι αδιανόητο να υποδεχόμαστε οικογένειες με μικρά παιδιά σε συνθήκες καύσωνα, χωρίς τουαλέτες, σκιερούς χώρους ή καν στοιχειώδη πληροφόρηση. Είναι εξίσου προβληματικό να παραμένουν τουριστικά λεωφορεία ακινητοποιημένα για ώρες, χωρίς καν διαχωρισμό λωρίδων στα σύνορα. Το κράτος πρέπει να αντιμετωπίσει τα σύνορα ως την πρώτη εικόνα του επισκέπτη από την Ελλάδα. Το στοίχημα του ποιοτικού τουρισμού δεν πρέπει να μένει σε επίπεδο πολιτικών εξαγγελιών, αλλά να αποτελεί ουσιαστική και έμπρακτη δέσμευση. Οι ξενοδόχοι προσφέρουν υψηλού επιπέδου υπηρεσίες, επενδύουν διαρκώς στις μονάδες τους, προβάλλουν με επαγγελματισμό τον προορισμό. Δεν γίνεται να διορθώνουν εντυπώσεις που διαμορφώθηκαν στο… τελωνείο. Ταυτόχρονα πρέπει και το οδικό δίκτυο του νομού να αναβαθμιστεί όπως και συνολικά οι υποδομές. Αυτό είναι ένα κοινό ζητούμενο για όλους σχεδόν τους προορισμούς της χώρας. Ο τουρισμός έχει ανάγκη από ένα υποστηρικτικό περιβάλλον κι αυτό μέχρι σήμερα, δυστυχώς, δεν έχει διαμορφωθεί.
Ένα δεύτερο σοβαρό πρόβλημα που πλήττει κυρίως τις δημοφιλείς περιοχές στη Βόρεια Ελλάδα, είναι η ανεξέλεγκτη δραστηριότητα της παραοικονομίας μέσω της βραχυχρόνιας μίσθωσης. Δεν μιλάμε για το φαινόμενο του μεμονωμένου ιδιοκτήτη που ενοικιάζει περιοδικά την κατοικία του. Μιλάμε για επαγγελματικά οργανωμένα κυκλώματα από τρίτες χώρες, που αγοράζουν σπίτια προκειμένου να τα εκμεταλλευθούν μέσω της βραχυχρόνια μίσθωσης. Τα κυκλώματα αυτά, λειτουργούν εκτός κάθε πλαισίου, διαθέτοντας “πακέτα φιλοξενίας” που δεν καταγράφονται πουθενά. Η ζημιά είναι πολλαπλή: μειωμένα έσοδα για το κράτος, αθέμιτος ανταγωνισμός για τα νόμιμα ξενοδοχεία, ποιοτική υποβάθμιση για τον επισκέπτη. Και το σημαντικότερο: εκφυλισμός της έννοιας της ελληνικής φιλοξενίας, που πρέπει να είναι ταυτισμένη με ποιότητα, ασφάλεια και επαγγελματισμό.
Ο τουρισμός δεν λειτουργεί « «αυτόματα». Είναι το αποτέλεσμα συστηματικής δουλειάς, καθημερινής προσπάθειας και συνεχών επενδύσεων από τους επαγγελματίες του κλάδου. Η Πολιτεία οφείλει να δει τον οδικό τουρισμό όχι ως συμπλήρωμα, αλλά ως στρατηγική προτεραιότητα. Χρειάζεται να στελεχωθούν τα σύνορα, να δημιουργηθούν πρότυπες πύλες υποδοχής, να διασφαλιστεί ισότιμος ανταγωνισμός. Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να χτίζουμε βιτρίνα και να αφήνουμε τη βάση του οικοδομήματος σε σαθρά θεμέλια.
Οι ξενοδόχοι με αίσθημα ευθύνης θα συνεχίσουμε να διεκδικούμε τα αυτονόητα: πρόσβαση με αξιοπρέπεια και λειτουργία με διαφάνεια. Γιατί όταν ένας επισκέπτης έρχεται στην Ελλάδα, δεν έρχεται απλώς για να περάσει καλά. Έρχεται για να ζήσει μια εμπειρία – και αυτή η εμπειρία αρχίζει από τη διαδρομή προς τον προορισμό και ολοκληρώνεται στην ποιότητα της φιλοξενίας. Ας φροντίσουμε, λοιπόν, να μην τον απογοητεύσουμε από το πρώτο λεπτό.
Πηγή: HALKIDIKIPOST