Καθώς ξεκινά η θερινή τουριστική περίοδος, τα πρώτα στοιχεία διαμορφώνουν ένα ενθαρρυντικό – αλλά σύνθετο – τοπίο.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, σύμφωνα με την έρευνα Skift Research Travel Outlook Survey, το 2025 τα ταξίδια αναμένεται να αποτελέσουν την κορυφαία προαιρετική καταναλωτική δαπάνη σε αγορές – κλειδιά όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γερμανία, η Κίνα και η Ινδία. Οι προβλέψεις για τα τουριστικά έσοδα είναι ιδιαίτερα αισιόδοξες, με εκτιμήσεις για υψηλότερες ονομαστικές αποδόσεις σε όλα τα επίπεδα της τουριστικής αλυσίδας.
Η Ελλάδα εξακολουθεί να καταλαμβάνει εξέχουσα θέση στις προτιμήσεις των Ευρωπαίων ταξιδιωτών, κατακτώντας την κορυφή στον δείκτη ικανοποίησης GRI με ποσοστό 87%, υπερέχοντας της Κύπρου (85,8%), της Ισπανίας (84,6%) και της Τουρκίας (83,8%). Παράλληλα, οι προ-κρατήσεις για κορυφαίους ελληνικούς προορισμούς παρουσιάζουν αύξηση, εδραιώνοντας τη χώρα στις πρώτες επιλογές των παραδοσιακών αγορών της. Ωστόσο, oι αυξημένες προκρατήσεις πραγματοποιούνται με εκπτώσεις της τάξης του 10-20%, γεγονός που υποδηλώνει έντονη ζήτηση, αλλά και σημαντική πίεση στα έσοδα των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων.
Επιπλέον, αν και οι διεθνείς αφίξεις παρουσίασαν αύξηση 10% το 2024 σε σύγκριση με το 2023, παρατηρείται ταυτόχρονη μείωση της μέσης κατά κεφαλήν δαπάνης των επισκεπτών. Η κερδοφορία του ξενοδοχειακού κλάδου το 2023 καταγράφει κάμψη της τάξης του 16,3% (σύμφωνα με στοιχεία της ICAP CRIF), γεγονός που επιβεβαιώνει ότι οι ποσοτικοί δείκτες από μόνοι τους δεν επαρκούν για την αποτίμηση της πραγματικής δυναμικής του τουριστικού τομέα.
Οι προκλήσεις για το 2025 είναι πολυδιάστατες και υπερβαίνουν τα στενά όρια των οικονομικών μεγεθών. Το ασταθές γεωπολιτικό περιβάλλον, οι συγκρούσεις σε γειτονικές περιοχές, η ενεργειακή αβεβαιότητα, ο διατηρούμενος πληθωρισμός και η ασθενής οικονομική ανάπτυξη στην Ευρώπη επηρεάζουν άμεσα τις καταναλωτικές αποφάσεις στις κύριες αγορές μας. Παράλληλα, η αύξηση φορολογικών και λοιπών επιβαρύνσεων (Τέλος Ανθεκτικότητας, τέλος διαμονής παρεπιδημούντων κ.λπ.) πλήττει την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών ξενοδοχείων και δημιουργεί ασφυκτικές συνθήκες, ιδιαίτερα για τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις.
Παρά τις πιέσεις, ο ξενοδοχειακός κλάδος συνεχίζει να επενδύει συστηματικά πάνω από 1 δις ετησίως στη διατήρηση και αναβάθμιση της ποιότητας του ελληνικού τουριστικού προϊόντος, ενισχύοντας παράλληλα την εθνική οικονομία. Συμβάλλει άμεσα 11,5 δισ. Ευρώ στο ΑΕΠ, προσφέρει 200.000 θέσεις εργασίας, επιτυγχάνει περιφερειακή διάχυση των ωφελειών σε ποσοστό 90% και ενισχύει σημαντικά το ισοζύγιο υπηρεσιών με καθαρό πλεόνασμα.
Το διακύβευμα για το 2025 δεν περιορίζεται στους αριθμούς. Είναι κυρίως ζήτημα ποιότητας, στρατηγικής και θεσμικής επάρκειας. Απαιτείται η υιοθέτηση ενός ολιστικού πλαισίου πολιτικής που θα αναγνωρίζει τον τουρισμό ως αναντικατάστατο πυλώνα μιας εξωστρεφούς και δυναμικής εθνικής οικονομίας.